χρυσόστομε

χρυσόστομε
χρυσόστομος
of golden mouth
masc/fem voc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Χρυσόστομε — Χρυσόστομος of golden mouth masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χρυσόστομος — I Όνομα κορυφαίων Ελλήνων ιερωμένων. 1. X. B’ Χατζησταύρου (1878 – 1968). Θεολόγος και παιδαγωγός, αρχιεπίσκοπος της Αθήνας και της Ελλάδας (1962 68). Γεννήθηκε στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και παιδαγωγική… …   Dictionary of Greek

  • ИОАНН КСИР — [греч. ᾿Ιωάννης ὁ Ξηρός] (кон. XIII сер. XIV в.), визант. мелург. Сведений о личности И. К. немного. Определение времени жизни основывается на самом раннем упоминании его имени в Аколуфии (Пападики) 1336 г. (Athen. Bibl. Nat. 2458). В визант. и… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”